Δάση Ολύμπου

Δάση Ολύμπου

Ο Όλυμπος, το ψηλότερο βουνό της Ελλάδας και ο πρώτος εθνικός δρυμός της, είναι διεθνώς γνωστός για τη σπουδαιότητα της φύσης του. Για τα πυκνά δάση, τον πλούτο φυτών και ζώων, την παρουσία ειδών σπάνιων και μοναδικών στον κόσμο, για το μεγάλο γεωλογικό ενδιαφέρον του. Ισάξια είναι η πολιτιστική σπουδαιότητά του. Στις Ολύμπιες κορυφές γεννήθηκαν μύθοι που ταυτίσθηκαν με τον πολιτισμό της αρχαιότητας, έγιναν ταυτόσημοι με τον Όμηρο και διαδόθηκαν μαζί του, καθιστώντας τον Όλυμπο παγκόσμιο σύμβολο, εμβληματικό του ελληνικού πολιτισμού.

Σχεδόν κυκλικός, συμπαγής και πολύκορφος, με 55 κορυφές από τα 2.000 και άνω, ο ορεινός όγκος καταλαμβάνει περίπου 500 τετραγωνικά χιλιόμετρα. Το εντυπωσιακό ανάγλυφό του συνθέτουν απότομες πλαγιές, στενές κόψεις, βαθιές χαράδρες όπως του Ενιπέα, εντυπωσιακά βάραθρα, βραχώδεις κορυφές και δεκάδες άλλες ομαλές. Οι τρεις ψηλότερες, Μύτικας (2.918,8 m), Στεφάνι (2.912,3 m) και Σκολιό (2.911 m) ορίζουν τα υψηλότερα σημεία της πιο μεγάλης βαραθρώδους κοιλότητας του Ολύμπου, γνωστής ως «Μεγάλα Καζάνια». Στις ανατολικές ορθοπλαγιές των κορυφών σχηματίζονται επάλληλες πτυχώσεις, τα αποκαλούμενα «Ζωνάρια» και στενές χαρακώσεις τα «Λούκια». Ανάμεσα στο Στεφάνι και την κορυφή Προφήτης Ηλίας (2.788 m), διαμορφώνεται το διάσημο Οροπέδιο των Μουσών, στα 2.695 m.

54 Dasi Olympou 2 0595 mavripefki

Ο Όλυμπος βρίσκεται στα όρια Θεσσαλίας και Μακεδονίας. Από τον Κάτω Όλυμπο τον χωρίζει στα νότια το βαθύ ρέμα της Ζιλιάνας. Στα βόρεια ο ορεινός όγκος ορίζεται από την πεδιάδα της Κατερίνης και στα ανατολικά από τον Θερμαϊκό κόλπο. Στα δυτικά η κοιλάδα του Ίταμου (Στενά Πέτρας), τον χωρίζει από τον Τίταρο και ένα εκτεταμένο οροπέδιο, από τα Καμβούνια όρη. Διοικητικά ο ορεινός όγκος μοιράζεται στις Περιφέρειες Κεντρικής Μακεδονίας και Θεσσαλίας και ανήκει στις Περιφερειακές Ενότητες Πιερίας και Λάρισας και στους Δήμους Δίου-Ολύμπου, Κατερίνης και Ελασσόνας.

  • Το 1938, η ίδρυση του Εθνικού Δρυμού Ολύμπου (με έκταση περίπου 40.000 στρέμματα) και του Εθνικού Δρυμού Παρνασσού εγκαινίασε το θεσμικό πλαίσιο προστασίας της φύσης στην Ελλάδα. Οι δύο πρώτοι εθνικοί δρυμοί της χώρας θεσμοθετήθηκαν με το Βασιλικό Διάταγμα της 9ης Ιουνίου και βάσει του Αναγκαστικού Νόμου 856/1937 «Περί ιδρύσεως εθνικών δρυμών».
  • Το 1976 ο Όλυμπος εντάχθηκε στο Ευρωπαϊκό Δίκτυο Βιογενετικών Αποθεμάτων.
  • Το 1981 η UNESCO τον κατάταξε στα σπουδαιότερα οικοσυστήματα του κόσμου ως Απόθεμα της Παγκόσμιας Βιόσφαιρας.
  • Το 1985, ο Πιερικός Όλυμπος κηρύχθηκε από το Υπουργείο Πολιτισμού ως Αρχαιολογικός και Ιστορικός Τόπος. Ακολούθησε, το 1987, η κήρυξη του Θεσσαλικού Ολύμπου.
  • Από το 1976 έως το 1995, τέσσερις περιοχές κηρύχθηκαν ως Καταφύγια Άγριας Ζωής: Σιόποτο - Δούλος - Παλιάμπελα (Κοκκινοπηλός - Καλύβια), Βροντού (Καρίτσης - Δίου), Άγιος Ιωάννης - Τρόχαλο (Λιτοχώρου), Μαγκούτα - Αλωνάκι - Καραμάνο.
  • Το 2006, ο Όλυμπος εντάχθηκε στο Ευρωπαϊκό Δίκτυο Προστατευόμενων Περιοχών NATURA 2000.
  • Το 2004, το μυθικό βουνό αδελφοποιήθηκε με το Tai Shan, το διασημότερο από τα πέντε ιερά βουνά της Κίνας.
  • Το 2013 εντάχθηκε στο Δίκτυο των Εμβληματικών Βουνών της Μεσογείου.
  • Το 2021, με Προεδρικό Διάταγμα, ιδρύθηκε το Εθνικό Πάρκο Ολύμπου. Το νέο πλαίσιο προστασίας καλύπτει συνολικά 235.620 στρέμματα.

Την ευθύνη προστασίας και διαχείρισης του φυσικού πλούτου φέρει η Δασική Υπηρεσία, μέσω των Διευθύνσεων Δασών Πιερίας και Λάρισας. Από το 2002 έως το 2021, αρμόδιος για τη διατήρηση και διαχείριση του Ολύμπου ήταν ο Φορέας Διαχείρισης Εθνικού Δρυμού Ολύμπου και σήμερα ο ΟΦΥΠΕΚΑ/ Μονάδα Διαχείρισης Εθνικού Πάρκου Ολύμπου.

Στις ανατολικές πλαγιές του Ολύμπου έως τα 500 m, κυριαρχούν τα αείφυλλα πλατύφυλλα με αντιπροσωπευτικά είδη την αριά, το πουρνάρι, την κουμαριά, τη γλυστροκουμαριά, το φιλίκι, την άρκευθο και το ρείκι. Μαζί τους, συνυπάρχουν φυλλοβόλα είδη όπως ο φράξος, το σφενδάμι, η κουτσουπιά, η κοκκορεβυθιά, το χρυσόξυλο, η μελικοκκιά. Σε μεγάλη έκταση της ανατολικής πλευράς, τα αείφυλλα πλατύφυλλα φθάνουν έως και τα 1.000 m. Στη βορειοανατολική και βόρεια πλευρά, αναπτύσσεται μικτό δάσος φυλλοβόλων και αείφυλλων δρυών, με κυρίαρχα είδη τη χνοώδη και την πλατύφυλλη δρυ. Έντονη και χαρακτηριστική ανάμεσά τους είναι η παρουσία δένδρων αριάς μεγάλου ύψους. Στη δυτική, νοτιοδυτική και νότια πλευρά κυριαρχεί το πουρνάρι που φθάνει έως τα 1.200 m, εξαιτίας του ηπειρωτικού κλίματος και των έντονων, κατά το παρελθόν, πιέσεων από τη βόσκηση. Στα υψηλότερα όρια της μεσογειακής ζώνης, εισέρχεται κατά θέσεις η μαύρη πεύκη και η υβριδογενής ελάτη, η οποία μάλιστα στον Όλυμπο φθάνει ακόμη και χαμηλότερα από το υψόμετρο των 300 m.

Από τα 500 έως τα 1.400 m, αναπτύσσεται η ζώνη μαύρης πεύκης. Στον Όλυμπο κυριαρχούν δύο είδη πεύκης: η μαύρη και η λευκόδερμη (το ρόμπολο). Τα δάση τους καταλαμβάνουν το 45% της συνολικής έκτασης του βουνού. Αντίθετα, οι δρύες και οι οξιές, που στα περισσότερα βουνά κυριαρχούν στα αντίστοιχα υψόμετρα, στον Όλυμπο έχουν περιορισμένη εξάπλωση (τα δάση οξιάς αντιπροσωπεύουν περίπου το 5% του συνόλου της βλάστησης, ενώ τα δρυοδάση καταλαμβάνουν το 4%). Στην ανατολική πλευρά, η μαύρη πεύκη που διαδέχεται βαθμιαία τα αείφυλλα πλατύφυλλα, κυριαρχεί έως τα 1.600 - 1.700 m. Μαζί της αναπτύσσονται συστάδες υβριδογενούς ελάτης. Στις υγρές κοιλάδες, όπως του Ενιπέα και του ρέματος Παπά, εμφανίζεται και η οξιά σε πυκνές συστάδες. Η παρουσία της δρυός αφορά μεμονωμένα δένδρα ανάμεσα στα κωνοφόρα και λιγοστές συστάδες στην περιοχή της Παλαιάς Βροντούς και στο ρέμα της Ζιλιάνας. Στη βόρεια πλευρά, η μαύρη πεύκη διαδέχεται το δρυοδάσος της προηγούμενης ζώνης και κυριαρχεί από τα 700 - 800 m υψόμετρο έως τα δασόρια, στα 1.800 m. Κατά θέσεις, στα ρέματα Ξερολάκκι και Παπά, σχηματίζει πυκνές συστάδες με την ελάτη, η οποία κατεβαίνει έως και τα 600 m, στα όρια του δρυοδάσους. Στα ανώτερα τμήματα της λεκάνης του ρέματος Ξερολάκκι, από τα 1.500 - 1.600 m, εντοπίζονται μικροσυστάδες οξιάς σε μίξη με την ελάτη. Στη δυτική και νότια πλευρά, τη ζώνη του πουρναριού διαδέχεται επίσης η μαύρη πεύκη που κυριαρχεί από τα 1.200 m έως τα 1.500 - 1.600 m. Κατά θέσεις, εντός των ρεμάτων, φθάνει έως τα 1.800 m. Οι συστάδες της είναι χαμηλότερης ποιότητας και ευρωστίας σε σχέση με αυτές της ανατολικής πλευράς.

Από τα 1.400 έως τα 2.000 m, κυριαρχεί το ρόμπολο, το οποίο συνθέτει αμιγή δάση, στα ανατολικά και βόρεια. Από εκεί και πάνω, το δάσος αραιώνει, το ρόμπολο αποκτά σταδιακά τη μορφή θάμνου και στα 2.600 m περίπου φθάνει στα όρια της αντοχής του στις χαμηλές θερμοκρασίες, δημιουργώντας ένα από τα υψηλότερα όρια εμφάνισης δασικής βλάστησης στην Ευρώπη. Στη βόρεια πλευρά, το ρόμπολο κυριαρχεί από τα 1.700 m και άνω. Στη δυτική και νότια πλευρά, οι εικόνες στα αντίστοιχα υψόμετρα είναι τελείως διαφορετικές. Από τα 1.600 m έως και τα αλπικά λιβάδια, τον Όλυμπο καλύπτει θαμνώδης και ποώδης βλάστηση.

Στην αλπική ζώνη του Ολύμπου, από τα 2.500 m και άνω, τη βλάστηση αντιπροσωπεύουν έρποντες θάμνοι, αλπικά λιβάδια και χασμόφυτα, ριζωμένα σε σάρες και σχισμές βράχων. Νανώδη ρόμπολα και άρκευθοι σχηματίζουν μια στενή ζώνη, ανάμεσα στα δάση του ρόμπολου και στα αλπικά λιβάδια.

Η βλάστηση στο φαράγγι του Ενιπέα παρουσιάζει σημαντικές ιδιομορφίες, λόγω της της γεωμορφολογίας και των ποικίλων μικροκλιμάτων. Τα αείφυλλα πλατύφυλλα αναπτύσσονται πάνω από το σύνηθες υψομετρικό όριό τους, ενώ το ρόμπολο, είδος ψυχρόβιο, εμφανίζεται ακόμη και στα 400 m, φαινόμενο εξαιρετικά σπάνιο. Η συνύπαρξη ενός μεγάλου αριθμού δασικών ειδών συνθέτει εικόνες μοναδικές, όπως αυτές κοντά στη Μονή Αγίου Διονυσίου, όπου πεύκα, έλατα, οξιές, ίταμοι, γαύροι, κουφοξυλιές και λεπτοκαρυές, δημιουργούν πυκνές συστάδες. Στα χαμηλά υψόμετρα κυριαρχεί ο πλάτανος.

54 Dasi Olympou 5 (Παρασκευόπουλος Λέβ) (3)

Τα φυτά του Ολύμπου ξεπερνούν έως σήμερα τα 1.700 είδη. Ανάμεσά τους περιλαμβάνονται είδη αντιπροσωπευτικά της μεσογειακής βλάστησης που αναπτύσσεται στα χαμηλά υψόμετρα, όπως το πουρνάρι και η αριά, είδη που αφθονούν κατά μήκος των ρεμάτων όπως ο πλάτανος, δασικά είδη όπως η χνοώδης και η πλατύφυλλη δρυς, κωνοφόρα των μεγάλων υψομέτρων όπως η μαύρη πεύκη και το ρόμπολο, αλλά και μία αφθονία από αγριολούλουδα που καθιστούν τον Όλυμπο διάσημο για τη χλωρίδα του, όπως οι ορχιδέες που ξεπερνούν τα 50 είδη και ενδημικά φυτά όπως η αουμπριέτα η θεσσαλική, το κενταύριο του Λιτοχώρου το ερύσιμο του Ολύμπου, η ποτεντίλλα των θεών και η βιόλα του Ολύμπου.

Στον Όλυμπο έχουν καταγραφεί έως σήμερα 35 είδη θηλαστικών, μεταξύ των οποίων το αγριόγιδο και ο χιονοποντικός που είναι από τα λίγα είδη που επιβιώνουν στις δύσκολες συνθήκες των μεγάλων υψομέτρων. Στην περιοχή της Πέτρας και στο Οροπέδιο των Μουσών, επανεμφανίσθηκε πρόσφατα η καφέ αρκούδα, ενώ η παρουσία του λύκου θεωρείται περιστασιακή ή εποχική.
Περισσότερα από 148 είδη πουλιών που έχουν έως σήμερα καταγραφεί, κατατάσσουν τον Όλυμπο στις Σημαντικές για την Ορνιθοπανίδα Περιοχές της Ευρώπης. Ανάμεσά τους συγκαταλέγονται ασπροκωλίνες, μελισσοφάγοι, αετομάχοι, μαυροπελαργοί, κοκκινολαίμηδες, δρυομυγοχάφτες πετρίτες, μαυροκιρκίνεζα, φιδαετοί. διπλοσάινα, χρυσαετοί, τοιχοδρόμοι, χιονάδες, και 8 από τα 10 είδη δρυοκολάπτη που υπάρχουν στην Ελλάδα.
Από τα 9 είδη αμφιβίων και 21 είδη ερπετών που έχουν έως σήμερα καταγραφεί, τα περισσότερα προστατεύονται σε ευρωπαϊκό επίπεδο, όπως η στικτή χελώνα, ο λαφίτης, η μεσογειακή χελώνα, ενώ ορισμένα είναι ενδημικά ή σπάνια, όπως η κρασπεδωτή χελώνα, το σιλιβούτι και το σπιτόφιδο.
Στα ασπόνδυλα περιλαμβάνονται περισσότερα από 200 έως σήμερα καταγραμένα είδη, μεταξύ των οποίων ελαφοκάνθαροι, πεταλούδες με ονόματα εμπνευσμένα από την ελληνική μυθολογία, λιβελούλες αμέτρητες στον Ενιπέα και δείκτες της εξαιρετικής ποιότητας των νερών του, ακρίδες ενδημικές της Ελλάδας και σημαντικές σε ευρωπαϊκό επίπεδο, όπως η Poecilimon thessalicus, σπάνια κολεόπτερα όπως το Buprestis splendens που μοιάζει με μέλισσα.

Στον Όλυμπο έχουν καταμετρηθεί έως σήμερα 326 είδη μυκήτων, 67 από τους οποίους είναι σπάνιοι. Ένα από τα πιο διάσημα μανιτάρια του Ολύμπου είναι ο μύκητας Zeus olympius (Δίας ο Ολύμπιος) που περιγράφηκε ως νέο γένος και είδος το 1987, όταν εντοπίσθηκε στη διαδρομή «Πριόνια-Καταφύγιο Σπήλιος Αγαπητός», σε χαμηλά κλαδιά ρόμπολου. Έκτοτε, είχε καταγραφεί μόνο στον Όλυμπο έως το 2013 που βρέθηκε και στις βόρειες πλαγιές της Ροδόπης από την πλευρά της Βουλγαρίας. Στα καρποσώματά του καταγράφηκε και ένα νέο είδος μικρομύκητα, η νέκτρια η Γανυμήδειος, που συγκαταλέγεται στα απειλούμενα είδη, καθώς μια πυρκαγιά θα μπορούσε να καταστρέψει τη μοναδική θέση όπου έχει βρεθεί.

Στα χαμηλά υψόμετρα αναπτύσσεται μεγάλη ποικιλία ειδών, όπως ο άστρειος ο υγρομετρικός (Astreus hygrometricus), ο κόπρινος ο τριχωτός (Coprinus comatus), ο δακρυμύκης ο σταγονόμορφος (Dacrymyces stillatus), το αυτί του Ιούδα (Auricularia auricular-judae), ο σουίλλος ο βοδινός (Suillus bovinus), το μυριόστομα το διάτρητο (Myriostoma coliforme), το αρνάκι (Hericium erinaceus), ο κορτινάριος ο θαλασσής (Cortinarius salor). Στη μέση ορεινή ζώνη απαντούν είδη όπως ο αμανίτης ο μυγοκτόνος (Amanita muscaria) και ο φαλλοειδής (Amanita phalloeides), η μυκήνη η αλκαλική (Mycena alkalina), η μακρολεπιότα η υψηλή (Macrolepiota procera), η τρεμμέλλα η μεσεντερική (Tremella mesenterica), ο υγροφόρος ο ελαφοντοστέινος (Hygrophorus eburneus), ο κοπρινέλλος ο ακτινωτός (Coprinellus radians), η ράμαρια η φιλανδική (Ramaria fenniva var. griseolilanca). Ψηλότερα, απαντούν είδη όπως ο λακτάριος ο νόστιμος (Lactarius deliciosus), ο βωλίτης ο χαλκόχρωμος (Boletus aereus) και ο πευκοειδής (Boletus pinophilus), το λυκόπερδο το αχινοειδές (Lycoperdon evhinatum), η σπάραξη η σγουρή (Sparassis crispa) και στα μεγάλα υψόμετρα είδη, όπως η καλβάτια η γιγάντια (Calvatia gigantea), το λυκόπερδο το φλασκοειδές (Lycoperdon utriforme), ο μαράσμιος ο ορειάδης (Marasmius oreades), η στρομφαρία η κορωνούλα (Stropharia coronila) και το βάσκελλο το λιβαδίσιο (Vascellum pretense).

Ο Όλυμπος αποτελεί από τους πιο δημοφιλείς ορειβατικούς προορισμούς της χώρας, προσελκύοντας ανθρώπους από όλο τον κόσμο. Τα μονοπάτια του, κύρια και δευτερεύοντα, συνθέτουν ένα εντεταμένο δίκτυο που ξεπερνά τα 160 χιλιόμετρα. Τα περισσότερα ανοίχτηκαν για να εξυπηρετήσουν βιοποριστικές ανάγκες, να μεταφέρουν προϊόντα, κοπάδια και ανθρώπους. Της ανατολικής και βορειοανατολικής πλευράς ανοίχθηκαν από υλοτόμους που εκμεταλλεύθηκαν τις κατάφυτες πλαγιές του τόπου τους. Στη δυτική και νότια πλευρά, τους «δρόμους» άνοιξαν κτηνοτρόφοι για την εύκολη και γρήγορη πρόσβαση των κοπαδιών στα αλπικά λιβάδια. Με την ίδρυση του Εθνικού Δρυμού, τη μείωση της υλοτομίας και τη συρρίκνωση της νομαδικής κτηνοτροφίας, τα περισσότερα μονοπάτια εγκαταλείφθηκαν. Με την ανάπτυξη του τουρισμού, συντηρήθηκαν και οργανώθηκαν για να εξυπηρετήσουν ορειβάτες και επισκέπτες. Σήμερα, από το Όλυμπο διέρχεται το ευρωπαϊκό μονοπάτι Ε4 και το εθνικό μονοπάτι Ο2. Οι διαδρομές που προσφέρονται χαρακτηρίζονται από διαφορετικό βαθμό δυσκολίας και ποικίλουν ως προς την χιλιομετρική και υψομετρική απόσταση που καλύπτουν. Οι περισσότερες, είτε λόγω μεγάλου μήκους είτε λόγω τεχνικών δυσκολιών είναι σχετικά απαιτητικές. Η διέλευση της πλειονότητας των επισκεπτών πραγματοποιείται κυρίως από δύο άξονες (α) διαμέσου της χαράδρας του Ενιπέα (Πριόνια) και (β) βορειοανατολικά, ραχιαία προς το Οροπέδιο των Μουσών. Οι κυριότεροι άξονες διέλευσης βρίσκονται στην Πιερική πλευρά του Ολύμπου και περιλαμβάνουν και τις πιο πολυσύχναστες διαδρομές.

Ακολούθως παρουσιάζονται τα κυριότερα μονοπάτια/διαδρομές. Για περισσότερες πληροφορίες σχετικά με τα μονοπάτια του Ολύμπου, επισκεφθείτε την ιστοσελίδα https://bit.ly/3Qkgyje.

Οι πιέσεις και απειλές που υφίσταται ο Όλυμπος προέρχονται είτε από φυσικούς/βιοτικούς παράγοντες, όπως ως παράδειγμα, κατολισθήσεις, ανεμοριψίες, πυρκαγιές από κεραυνούς, προσβολές από μύκητες ή δασικά έντομα κ.ά. είτε από ανθρωπογενείς επιδράσεις, όπως πυρκαγιές, ρίψη απορριμμάτων και επιχωμάτων, εκχερσώσεις, κοπή ή εκρίζωση σπάνιων/ενδημικών ειδών, καταπατήσεις δημοσίων εκτάσεων, λαθροθηρία, λαθροϋλοτομία, παράνομη/υπερβολική βόσκηση, άναρχη πρόσβαση και κίνηση στον ορεινό όγκο, υπερσυγκέντρωση επισκεπτών κατά θέσεις, ελεύθερη κατασκήνωση, καταστροφή/βανδαλισμός υποδομών και σημάνσεων, διάβρωση τμημάτων πολυσύχναστων μονοπατιών κ.ά.

Πριν από την επίσκεψη σας στον Όλυμπο, μην παραλείψετε να διαβάσετε τις οδηγίες που αναγράφονται στους Κανόνες Καλής Συμπεριφοράς της παρούσας εφαρμογής.

Χρήσιμοι σύνδεσμοι - Στοιχεία επικοινωνίας: